Στο γραφείο μας προστρέχουν, αρκετά συχνά, πρόσωπα τα οποία εκφράζουν παράπονα για την εμφάνιση ελαττωμάτων στη λειτουργία του αυτοκινήτου τους (λ.χ. πλημμελής πέδηση, αιφνίδια ενεργοποίηση των αερόσακων κ.ο.κ.) μετά την επίσκεψή τους στο συνεργείο και μας ρωτούν για το αν και με ποιες προϋποθέσεις μπορούν να αποζημιωθούν.
Τη λύση στα θέματα αυτά προσφέρει η προσφυγή στις διατάξεις του νόμου 2251/94, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει με τον νόμο 3857/07, για την προστασία του καταναλωτή αλλά και σ’ αυτές (διατάξεις) περί αδικοπραξιών του Αστικού Κώδικα. Με τις διατάξεις αυτές προσδιορίζεται ποιοτικά και ποσοτικά η ευθύνη του παρέχοντος τις επισκευαστικές υπηρεσίες (συνεργείου) προς τον ιδιοκτήτη/κάτοχο του αυτοκινήτου (καταναλωτή).
Ειδικότερα:
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 ν. 2251/94, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 10 του ν. 3587/07, ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψή του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή. Ως δε παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, παρέχει υπηρεσία κατά τρόπο ανεξάρτητο. Περαιτέρω, ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας (άρθρο 8 παρ. 3 ν. 2251/94), ενώ ο παρέχων υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης για την έλλειψη παρανομίας και υπαιτιότητάς του (άρθρο 8 παρ. 4 ν. 2251/94).
Εν όψει των ανωτέρω, για να γεννηθεί ευθύνη αυτού που παρέχει υπηρεσίες απαιτείται να προκληθεί ζημία σε βάρος του καταναλωτή, η οποία να οφείλεται αιτιωδώς σε ελαττωματική (πλημμελή) παροχή υπηρεσιών, δηλαδή η προξενούμενη ζημία από τον ευθυνόμενο προς τον τρίτο καταναλωτή να είναι παράνομη.
Στη ρύθμιση δε του νόμου, ο θεμελιωτικός λόγος ευθύνης από την ύπαρξη της ελαττωματικής υπηρεσίας εντοπίζεται στην «ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια» της παροχής την οποία προσφέρει η υπηρεσία και κατά συνέπεια ο καθορισμός της ελαττωματικότητας της δεν γίνεται σε συνάρτηση με το πραγματικό περιεχόμενο της υποχρεώσεως του παρέχοντος υπηρεσίες προς αποφυγή των κινδύνων, αλλά σε συνάρτηση με την έλλειψη ασφάλειας των υπηρεσιών που δικαιούται θεμιτώς να αναμένει το καταναλωτικό κοινό, ως επίσης και με την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης του στη συγκεκριμένη αγορά υπηρεσιών.
Η ζημία δε που προκάλεσε η παροχή της ελαττωματικής υπηρεσίας του ευθυνόμενου παρέχοντος προς τον τρίτο καταναλωτή – ως συνέπεια της προσβολής προστατευομένου εννόμου αγαθού- εμπίπτει στην έννοια του παρανόμου της γενικής περί πταίσματος διάταξης του αρ. 914 του ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται και όταν η αδικοπραξία είναι άσχετη προς τις συμβατικές υποχρεώσεις, εφόσον το ίδιο βιοτικό συμβάν και χωρίς τη συμβατική σχέση συγκεντρώνει τα στοιχεία της αδικοπραξίας, αλλά και στον προστατευτικό σκοπό του ν. 2251/1994.
Η παράνομη συμπεριφορά αυτού που παρέχει υπηρεσίες συνίσταται στην παραβίαση της σχετικής υποχρέωσης προνοίας και ασφάλειας που τον βαρύνει, την οποία όφειλε, κατά τον νόμο ή την δικαιοπραξία είτε από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και μπορούσε να λάβει μέσα στη σφαίρα επιρροής του κάτω από ομαλές και προβλέψιμες συνθήκες, κατά τρόπο ώστε οι παρεχόμενες από αυτόν υπηρεσίες χρησιμοποιούμενες για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση να πληρούν τους όρους ασφαλείας και να μη θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των τελικών αποδεκτών καταναλωτών και ιδίως την ακεραιότητα της πίστης και της ασφαλούς παροχής υπηρεσιών, η οποία, αν και δεν αναφέρεται ρητά, είναι τελικά το προστατευτέο δικαίωμα.
Με άλλα λόγια δηλαδή υπηρεσία η οποία δεν ανταποκρίνεται στην ασφάλεια που δικαιούται ευλόγως να αναμένει ο μέσος εκπρόσωπος του κύκλου των αποδεκτών της, λαμβανομένων υπόψη και των ειδικότερων συνθηκών που αναφέρονται στον νόμο, κρίνεται ως υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά και με τη συνδρομή των λοιπών προϋποθέσεων που τάσσει ο νόμος θεμελιώνει ευθύνη του φορέα της. Μεταξύ δε των ειδικότερων συνθηκών, που κατά νόμο συμπροσδιορίζουν και οριοθετούν την εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια περιλαμβάνεται και η παρουσίαση και ο τρόπος παροχής της υπηρεσίας καθώς και η αξία της παρεχόμενης υπηρεσίας.